Τετάρτη 16 Νοεμβρίου 2011

Η χημεία στην αρχαία Ελλάδα


Ομιλία αύριο στο Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας

Με ομιλία του ομότιμου καθηγητή του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου Θεοδόση Τάσιου με θέμα «Η χημεία στην αρχαία Ελλάδα» ανοίγει το Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας κύκλο ομιλιών με τίτλο «Επιστήμη - Τεχνολογία - Οικονομία στην Αρχαία Ελλάδα».

Η ομιλία θα γίνει αύριο στις 19:30 στο Αμφιθέατρο «Άγγελος Γουλανδρής» του Κέντρου Γαία (Όθωνος 100, Κηφισιά) και συμπίπτει με το Διεθνές Έτος Χημείας. Αποσκοπεί στην παρουσίαση της βασικής επιστήμης που μελετά τη σύσταση της ύλης και την επίδραση του αρχαιοελληνικού πολιτισμού στα εξελικτικά στάδια της Χημείας.

Η είσοδος είναι ελεύθερη για το κοινό.

Τρίτη 15 Νοεμβρίου 2011

Εκθεση στο νομισματικό μουσείο

Έκθεση για τα αρχαία ‘Αβδηρα στο Νομισματικό Μουσείο
'Ενας πραγματικός θησαυρός της αρχαιότητας που αφορά μια από τις πιο σημαντικές αρχαίες πόλεις του βόρειου Αιγαίου, τα 'Αβδηρα, θα εκτίθεται από τις 21 Νοεμβρίου στο Νομισματικό Μουσείο.

Η έκθεση, που θα διαρκέσει έως τις 4 Μαρτίου 2012, είναι αφιερωμένη στη δωρεά του θησαυρού των αρχαίων Αβδήρων, που ανακαλύφθηκε το 2000 στο Λονδίνο για να καταλήξει, μετά από διάφορες στάσεις, στο Μουσείο της Αθήνας. Γι' αυτό και ο τίτλος της έκθεσης είναι «'Αβδηρα - Λονδίνο - Νέα Υόρκη - Αθήνα».

Ο θησαυρός, που χρονολογείται στα 520/500 π.Χ., εντοπίστηκε από τον Αμερικανό συλλέκτη Τζόναθαν Κάγκαν το 2000 στην αγορά του Λονδίνου. Ο συλλέκτης, αφού διαπίστωσε ότι πρόκειται για θησαυρό, κατόρθωσε να αγοράσει τα 22 από τα νομίσματα, διαφυλάσσοντας την ενότητα του συνόλου. Στη συνέχεια τον δημοσίευσε και τον δώρισε στο Νομισματικό Μουσείο τον Σεπτέμβριο του 2010, προς τιμήν του καθηγητή του Πανεπιστημίου του Τέξας Τζον(Τζακ) Κρολ, γνωστού για τη συμβολή του στην αρχαία νομισματική.

Με την αγαστή συνεργασία του Γενικού Προξενείου της Ελλάδας στη Νέα Υόρκη, των Διευθύνσεων του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού, της Διεύθυνσης Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών και του Νομισματικού Μουσείου, ο θησαυρός μεταφέρθηκε στην Αθήνα και παραδόθηκε στο Μουσείο.

Η έκθεση δεν θα περιοριστεί μόνο στον συγκεκριμένο θησαυρό. Θα παρουσιάσει συνολικά 57 νομίσματα από τα 'Αβδηρα, καθώς και 38 χαρακτηριστικά νομίσματα της πόλης από τις συλλογές του Νομισματικού Μουσείου, ώστε να προβληθεί μια σφαιρική εικόνα της νομισματοκοπίας της πόλης από τον 6ο αιώνα π.Χ. ως τον 2ο αιώνα μ.Χ. Επίσης, θα εκτεθεί η κυκλοφορία των κοπών της από τη Σικελία μέχρι τη Φοινίκη και από τη Θράκη μέχρι την Αίγυπτο.

Η παρουσίαση αυτή θα δώσει την ευκαιρία στους επισκέπτες να αποτιμήσουν καλύτερα τη συμβολή όχι μόνο του συγκεκριμένου θησαυρού αλλά και των θησαυρών γενικότερα στη μελέτη και κατανόηση της νομισματοκοπίας μιας αρχαίας ελληνικής πόλης

Νομισματοκοπία και κυκλοφορία

Τα 'Αβδηρα ιδρύθηκαν μετά τα μέσα του 6ου αιώνα π.Χ. στα παράλια της Θράκης από την ιωνική πόλη Τέω και αναδείχτηκαν σε σημαντική δύναμη. Η ιστορία της πόλης διαμορφώθηκε μέσα από τις σχέσεις της με το βασίλειο των Περσών, την Αθήνα, το βασίλειο των Οδρυσών Θρακών, τους βασιλείς της Μακεδονίας και τη Ρώμη.

Οι πρώτες κοπές νομισμάτων χρονολογούνται το 520/515 π.Χ. Στην εικονογραφία κυριαρχεί ο γρύπας, μυθικό ον με σώμα λιονταριού, κεφάλι και φτερά αετού και ουρά φιδιού. Η επιλογή αυτή σχετίζεται με τη μητρόπολη Τέω, αλλά και με τον Διόνυσο και τον Απόλλωνα που λατρεύονταν στα 'Αβδηρα.

Το κεφάλι του Απόλλωνα παγιώνεται στα νομίσματα από τα μέσα του 4ου ως τα μέσα του 3ου αιώνα π.Χ. επηρεασμένη από την αντίστοιχη παράσταση στους χρυσούς στατήρες του Φιλίππου Β΄ της Μακεδονίας. Για την παραγωγή των νομισμάτων υπήρχε υπεύθυνος κοπής, το όνομα του οποίου αναγραφόταν σε αυτά.

Οι κοπές διαφοροποιούνταν με τις παραλλαγές στην απόδοση του γρύπα, την απεικόνιση συμβόλων και την αλλαγή του οπισθοτύπου. Στα χρόνια της ρωμαϊκής κυριαρχίας η πόλη έκοψε χάλκινα νομίσματα από τον 1ο έως τα μέσα του 2ου αιώνα μ.Χ. που απεικόνιζαν τις κεφαλές των αυτοκρατόρων.

Τη σημασία των Αβδήρων και το γεωγραφικό εύρος των διοικητικών και εμπορικών τους συναλλαγών τεκμηριώνει η μεγάλη διάδοση των νομισμάτων τους που εντοπίστηκαν σε θησαυρούς από τα τέλη του 6ου έως τα μέσα του 5ου αιώνα. π.Χ. όχι μόνο στη Θράκη, αλλά και στη Μ. Ασία, τη Φοινίκη, την Αίγυπτο και τη Σικελία. Μετά τα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ. η κυκλοφορία τους φαίνεται ότι περιορίζεται στη Θράκη.

kathimerini.gr με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ

Εκδήλωση στη Θεσσαλονίκη

Τα παιδιά στην κουζίνα
Μια μεγάλη γιορτή με στόχο τη γνωριμία των παιδιών με τη γαστρονομία θα έχει ετοιμάσει ο Δήμος Θεσσαλονίκης για την Κυριακή 20 Νοεμβρίου, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Γαστρονομίας. Οι εκδηλώσεις θα πραγματοποιηθούν στο πρώην 13ο Λύκειο, (Εθνικής Αμύνης 26) από τις 11:00 έως τις 15:00.
Εκεί τα παιδιά θα έχουν την ευκαιρία να έρθουν σε επαφή με αρώματα και γεύσεις, μέσα από εργαστήρια και δράσεις, να πειραματιστούν με υλικά, να παίξουν με τις πρώτες ύλες, να δοκιμάσουν τις μαγειρικές τους ικανότητες, να γνωρίσουν τη μαγεία της επιστήμης στην κουζίνα, να συμμετάσχουν σε διαδραστικά παιχνίδια και γευστικές δοκιμασίες, να παρακολουθήσουν παραστάσεις γαστρονομικού σεναρίου και τέλος να πάρουν μέρος στο γεύμα «Σήμερα τρώμε με τους φίλους μας».
Η είσοδος για τα παιδιά θα είναι ελεύθερη, ωστόσο καθώς ο αριθμός των συμμετεχόντων είναι περιορισμένος, είναι απαραίτητη η τηλεφωνική κράτηση θέσεων. Τηλέφωνο επικοινωνίας : 2310 877912
www.kathimerini.gr

Πέμπτη 10 Νοεμβρίου 2011

Άλλο ένα ενδιαφέρον blog για φιλολόγους

Νεοελληνικές λέξεις σχετικές με τη θάλασσα

Για τη χρήση στη ΝΕ γλώσσα όρων σχετικών με τη θάλασσα, βλ http://www.babiniotis.gr/wmt/userfiles/File/ar8ra_babiniotis_h_8alassa_sth_glwssa.pdf

Derek T. Irwin, Η ζωή στα εμπορικά πλοία στον αρχαίο ελληνικό κόσμο


Derek T. Irwin, Η ζωή στα εμπορικά πλοία στον αρχαίο ελληνικό κόσμο

Η ζωή στα αρχαία ελληνικά εμπορικά πλοία είναι ένα θέμα που λίγες φορές έχει συζητηθεί εις βάθος. Μάλιστα, οι περισσότεροι ερευνητές της αρχαίας ναυσιπλοΐας επικεντρώνονται στην οικονομική πτυχή του θαλάσσιου εμπορίου, βασίζοντας τα συμπεράσματά τους στα φορτία που φέρουν τα αρχαία ναυάγια και τη διασπορά των ελληνικών αμφορέων που έχουν βρεθεί σε θέσεις γύρω από τη Μεσόγειο. Παρότι τα ευρήματα αυτών των θέσεων έχουν πολύ μεγάλη σημασία για τους ιστορικούς, δεν μας αποκαλύπτουν τίποτε για την πραγματική ζωή των ανθρώπων στα εμπορικά πλοία και τις συνθήκες υπό τις οποίες εργάζονταν. Σκοπός της διδακτορικής διατριβής μου είναι να καλύψει αυτό το κενό στις γνώσεις μας για τη ζωή των αρχαίων εμπόρων των θαλασσών και τη ζωή στη θάλασσα. Πρόκειται για μία μελέτη της ιστορίας της ζωής στα εμπορικά πλοία στον αρχαίο ελληνικό κόσμο από το τέλος της Εποχής του Χαλκού έως τις αρχές της ρωμαϊκής αυτοκρατορικής περιόδου. Δεν αποτελεί μελέτη της οικονομικής ιστορίας και της οργάνωσης του θαλάσσιου εμπορίου, ούτε και των τεχνικών ναυσιπλοΐας. Επικεντρώνεται περισσότερο στους ανθρώπινους και κοινωνικούς παράγοντες του θαλάσσιου εμπορίου, τις συνθήκες κάτω από τις οποίες εργάζονταν οι έμποροι και τα πληρώματα στα πλοία. Βασίζεται σε εικονογραφικές, επιγραφικές και φιλολογικές πηγές, αλλά λαμβάνει επίσης υπόψη τα συμπεράσματα αρκετών υποβρύχιων αρχαιολογικών ανασκαφών, που πραγματοποιήθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες και έριξαν νέο φως στο αρχαίο θαλάσσιο εμπόριο και τη ζωή στα πλοία. Στη συγκεκριμένη μελέτη, ιδιαίτερη προσοχή έχει δοθεί στα τέχνεργα που έχουν ανασυρθεί από ναυάγια, τα οποία ανήκαν είτε στο πλήρωμα είτε στους επιβάτες που είχαν επιβιβαστεί στα πλοία αυτά και προσφέρουν πληθώρα πληροφοριών για τη ζωή στο πλοίο.

Προκειμένου να κατανοήσουμε τη ζωή στα αρχαία πλοία, πρέπει πρώτα απ’ όλα να κάνουμε μια παρουσίαση των πλοίων που χρησιμοποιούνταν στην αρχαιότητα, όπως και των ανθρώπων που ταξίδευαν σε αυτά. Κατά συνέπεια, το πρώτο μέρος της μελέτης μας πραγματεύεται τους τύπους των πλοίων που κατασκεύαζαν οι αρχαίοι Έλληνες και που χρησιμοποιούσαν για τη μεταφορά εμπορικών αγαθών. Επιγραφικές, φιλολογικές και αρχαιολογικές πηγές χρησιμοποιήθηκαν με σκοπό να προσδιορίσουμε τους τύπους και τα μεγέθη των πλοίων που ήταν σε λειτουργία κατά την αρχαιότητα. Επίσης, διενεργήσαμε εις βάθος έρευνα σε σχέση με τη σύνθεση του πληρώματος ενός εμπορικού πλοίου. Διαπιστώσαμε ότι οι αρχαίοι Έλληνες ήταν σε θέση να κατασκευάσουν αξιόπιστα, πλόιμα εμπορικά πλοία, κατάλληλα για την πλεύση σε αφιλόξενες θάλασσες και ικανά να μεταφέρουν μεγάλο όγκο εμπορευμάτων. Μάλιστα, μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι οι Έλληνες είχαν μεγαλύτερα και καλύτερα πλοία απ’ ό,τι πίστευαν μέχρι τώρα πολλοί ιστορικοί. Η μελέτη μας μας οδήγησε ακόμη στο συμπέρασμα ότι στα αρχαία ελληνικά εμπορικά πλοία υπήρχε μία πολύ ξεκάθαρη ιεραρχία πληρώματος, και κάθε μέλος του πληρώματος είχε να εκπληρώσει πολύ συγκεκριμένα και σαφή καθήκοντα στο πλοίο.
Στη συνέχεια της μελέτης μας, επιχειρούμε να αναλύσουμε τις υλικές συνθήκες και το επίπεδο ανέσεων που απολάμβαναν το πλήρωμα και οι επιβάτες που ταξίδευαν με εμπορικό πλοίο στον αρχαίο ελληνικό κόσμο. Διαπιστώσαμε ότι οι συνθήκες που επικρατούσαν σε ένα αρχαίο εμπορικό πλοίο εξασφάλιζαν μάλλον στοιχειώδεις ανέσεις, αν και ορισμένα πλοία φαίνεται πως διέθεταν καμπίνες και υποδομή για μαγείρεμα. Η θεωρία πως στα εμπορικά πλοία του αρχαίου ελληνικού κόσμου μαγείρευαν βασίζεται σε πληθώρα αρχαιολογικών ευρημάτων, καθώς και σε ορισμένες φιλολογικές πηγές. Μαγειρικά σκεύη που ήρθαν στο φως σε αρχαία ναυάγια και φέρουν σημάδια φθοράς όπως και ίχνη καύσης υποδηλώνουν ότι το πλήρωμα πιθανότατα μαγείρευε εν πλω. Μάλιστα, ο φορητός χαρακτήρας της ελληνικού μαγειρείου θα επέτρεπε στο πλήρωμα να στήνει την «κουζίνα» στο κατάστρωμα ή στο εσωτερικό του πλοίου για να μαγειρέψει και στη συνέχεια να την αποθηκεύει ως την επόμενη χρήση. Γι’ αυτό το λόγο και θεωρούμε πολύ πιθανό ότι τα πληρώματα των εμπορικών πλοίων είχαν τη δυνατότητα να ετοιμάσουν γεύματα επάνω στο πλοίο χρησιμοποιώντας φορητά μαγειρικά σκεύη μέχρι την κλασική ή την ελληνιστική περίοδο, οπότε τα πλοία άρχισαν να διαθέτουν μόνιμα μαγειρεία.
Στους αρχικούς στόχους αυτής της μελέτης δεν συμπεριλαμβανόταν η εξέταση των θρησκευτικών πτυχών. Παρ’ όλα αυτά, στην πορεία της έρευνάς μας διαπιστώσαμε ότι η θρησκεία έπαιζε έναν εξαιρετικά σημαντικό ρόλο στην καθημερινή ζωή των αρχαίων Ελλήνων. Μέσα από την ανάλυση επιγραφικών και φιλολογικών πηγών, αλλά και χάρη σε πρόσφατα αρχαιολογικά ευρήματα, έχουμε πλέον περισσότερα στοιχεία που βοηθούν στην κατανόηση της θρησκευτικής πτυχής της ζωής εν πλω, αλλά και τις θρησκευτικές πεποιθήσεις και πρακτικές των ναυτικών. Εκείνο που είναι βέβαιο είναι ότι οι ναυτικοί λάτρευαν μια σειρά από θεότητες και ότι όχι απλώς προσεύχονταν σε αυτούς τους θεούς στο λιμάνι και εν πλω, αλλά και ότι εκτελούσαν θρησκευτικά τελετουργικά στα πλοία τους.

Προκειμένου να γίνουν κατανοητές οι συνθήκες εργασίας των ναυτικών των εμπορικών πλοίων, κρίθηκε απαραίτητο να ληφθούν υπόψη οι διαδρομές και οι προορισμοί αυτών των πλοίων, αλλά και ο εξοπλισμός και τα εξαρτήματα πλοήγησης που είχαν στη διάθεσή τους ο καπετάνιος και το πλήρωμα. Αρκετοί ιστορικοί έδειξαν ενδιαφέρον στο πεδίο αυτό, και τους οφείλουμε ευγνωμοσύνη για τις εργασίες τους. Ωστόσο, δεν συμφωνώ πάντα με τα συμπεράσματά τους. Τα αποτελέσματα της έρευνάς μου με οδήγησαν στην πεποίθηση ότι ο αρχαίος έλληνας ναυτικός κατείχε άριστα την τέχνη της ναυσιπλοΐας και δεν δίσταζε να πλέει σε μακρινούς προορισμούς, μακριά από τη στεριά, ή τη νύχτα. Δεν πιστεύω ότι η ακτοπλοΐα ήταν ο κανόνας, ούτε ότι υπήρχε μια αυστηρά καθορισμένη περίοδος πλεύσης. Αισθάνομαι ότι υπάρχουν αρκετά στοιχεία που στηρίζουν αυτή την άποψη. Είναι επίσης σαφές, με βάση τα αποτελέσματα της έρευνάς μου, ότι οι πλοίαρχοι των αρχαίων ελληνικών πλοίων είχαν αρκετά εργαλεία πλοήγησης στη διάθεσή τους. Είχαν ικανές γνώσεις αστρονομίας και χρησιμοποιούσαν τη θέση των άστρων για τον νυχτερινό πλου. Ορισμένοι ίσως χρησιμοποιούσαν τον γνώμονα, τον αστρολάβο και άλλα όργανα για τη ναυσιπλοΐα. Επιπλέον, συμπεραίνω ότι υπήρχαν αρκετοί φάροι στις ακτές της Μεσογείου που λειτουργούσαν ως ορόσημα και βοηθούσαν στην πλοήγηση. Κατά συνέπεια, η άποψή μου είναι ότι οι αρχαίοι έλληνες ναυτικοί ήταν πολύ πιο ικανοί απ’ ό,τι πιστεύεται.

Η μελέτη μου καταδεικνύει, ωστόσο, ότι τα θαλασσινά ταξίδια ήταν αδιαμφισβήτητα επικίνδυνα. Οι φυσικοί κίνδυνοι της θαλασσοπορίας δεν χρειάζεται να υπογραμμιστούν εδώ, αν και θίγονται στη μελέτη μου. Οι έμποροι των θαλασσών ήταν αντιμέτωποι με πολλούς κινδύνους, μεταξύ των οποίων ο άσχημος καιρός, η κακή ορατότητα, οι ύφαλοι, οι σύρτεις, και λοιπά. Σαν να μην έφταναν αυτά, οι ναυτικοί κινδύνευαν να δεχθούν επίθεση από πειρατές και ληστές, ή και απλούς καιροσκόπους στη στεριά. Οι κίνδυνοι αυτοί αναφέρονται σε πολλά κείμενα, από τους κλασικούς χρόνους και ύστερα. Οι πρόσφατες αρχαιολογικές ανακαλύψεις τείνουν να επιβεβαιώσουν την άποψή μου ότι, κατά συνέπεια, θα πρέπει να ήταν διαδεδομένος ο εφοδιασμός των ναυτικών με όπλα, για να προστατεύονται από τις επιθέσεις.
Πιστεύω ότι η μελέτη μου καταδεικνύει ότι οι αρχαίοι Έλληνες κατασκεύαζαν αξιόπιστα εμπορικά πλοία σημαντικής χωρητικότητας και ότι οι έλληνες ναυτικοί ήταν ικανότατοι θαλασσοπόροι. Επίσης ότι το αρχαίο ελληνικό πλοίο ήταν μια σύνθετη ολότητα, που διέθετε δική της δομή, δικούς της κανόνες και αντιλήψεις. Στη μελέτη αυτή τονίζονται οι κίνδυνοι του θαλάσσιου εμπορίου, όπως και οι επιστημονικές γνώσεις και οι ικανότητες ναυσιπλοΐας των ελλήνων ναυτικών και εμπόρων των πλοίων. Παρ’ όλα αυτά, γνωρίζω ότι πολλά ερωτήματα που αφορούν τη ζωή στη θάλασσα παραμένουν αναπάντητα. Ελπίζω ωστόσο ότι η μελέτη αυτή θα συμβάλει στην καλύτερη κατανόηση της ζωής στα εμπορικά πλοία του αρχαίου ελληνικού κόσμου και θα ανανεώσει το επιστημονικό ενδιαφέρον για το πεδίο αυτό.

Μετάφραση από τα αγγλικά: Πελαγία Τσινάρη


Επιλεγμένη βιβλιογραφία
Basch L., «A propos de la navigation de nuit dans l’Antiquité», Archaeologia 74 (1974), σ. 79-81.
- , Musée imaginaire de la marine antique, Αθήνα 1987.
D.J. Blackman (επιμ.), Marine Archaeology: Proceedings of the twenty-third symposium of the Colston Research Society held in the University of Bristol, April 4th to 8th 1971, Λονδίνο 1971.
Casson L., Ships and Seamanship in the Ancient World, Βαλτιμόρη 1995².
Morrison J.S. / Williams R.T., Greek oared ships (900 - 322 B.C.), Cambridge 1968.
Morton J., The Role of the Physical Environment in Ancient Greek Seafaring, Leiden / Boston 2001.
Muckelroy K., Maritime Archaeology, Cambridge 1978.
Parker A.J., Ancient Shipwrecks of the Mediterranean and the Roman Provinces, Οξφόρδη 1992.
Pomey P. (επιμ.), La navigation dans l’Antiquité, Aix-en-Provence 1997.
Pomey P. / Tchernia A., «Le tonnage maximum des navires de commerce romains», Archaeonautica, 2 (1978), σ. 233-251.
Rougé J., «Le droit de naufrage et ses limitations en Méditerranée avant l’établissement de la domination de Rome», στο R. Chevallier (επιμ.), Mélanges d’archéologie et d’histoire offerts à André Piganiol, Παρίσι 1966, σ. 1467-1479.
- , Recherches sur l’organisation du commerce maritime en Méditerranée, Παρίσι 1996.
Souza de P., Piracy in the Graeco-Roman World, Cambridge 1999.

Για τη διατριβή
Τύπος: Διδακτορική διατριβή (Thèse de doctorat en Sciences de l’Antiquité), Université Paris 10 – Nanterre, Παρίσι, Γαλλία
Πρωτότυπος τίτλος: «La vie à bord des navires de commerce dans le monde grec»
Υποστήριξη: 18 Δεκεμβρίου 2008
Μέλη της εξεταστικής επιτροπής: Pierre Carlier (καθηγητής Université de Paris 10), Pierre Rouillard (καθηγητής, Université de Paris 10), Marie-Pierre Noël (καθηγήτρια, Université Paul Valéry-Montpellier III), Pascal Arnaud (καθηγητής, Université de Nice).
Περιγραφή: ένας τόμος - 392 σελίδες κείμενο, 36 πίνακες
Γλώσσα: γαλλικά


Derek Irwin
fishderk@hotmail.com

Βλ. επίσης για τα μυκηναικά και τα ομηρικά πλοία:
http://www.arxaiologia.gr/assets/media/PDF/migrated/94_23-29.p

Χρήσιμο site για τα αρχαία ελληνικά πλοία

Χρήσιμες πληροφορίες για τα αρχαία ελληνικά πλοία στο
Boating and sailing became very important to the Greek way of life. The Greeks needed ways to import and export trade goods both within Greece and to other countries. The mountainous terrain of Greece made sailing the easiest way. Wars also caused countries to learn about sailing. Navies became a must in these wars. For instance, the battle of Salamis (480 B.C.) was won because the Athenian navy was superior to the Persian navy.


There were two main types of boats during this time. One was a military ship and the other was a cargo ship. These two ships played a big role in ancient Greece.
The most prominent fighting ship of this time was the trireme. The trireme was used earlier than the pentekontor. The trireme was a single tier ship and had 25 rowers on each side of the ship. The trireme had two tiers of oars with one man to an oar. They were around 115 feet long and 8.5 feet tall. In good weather conditions these boats could travel around 14 knots an hour. Considering these boats were powered by man, this is quite quick. Since gunpowder wasn't invented yet the Greeks used this military vessel to ram into the enemy's hull. This would disable the ship or sink it. This tactical manoeuvre was called diekplous, or in English "break through and ram." The boats would line up in a square formation. Some would quickly turn and ram into opposing ships. The main weapon for ramming into enemy ships was the beak of the ship. This was covered with heavily weighted bronze beaks.

There was one problem with the trireme. It was rather light and was blown off course when high winds arose. This lead the Greeks to make three and four tier boats called quinqueremes. These had three to four tiers of oars with two men to an oar. This made the boat a lot heavier and less easy to blow off course. These boats were made of wood with metal spikes to hold the wood together. The most common wood used was fir, cedar, and pine. The bottom of these boats were sheathed with lead to protect them from being rammed. Some even melted wax and added a pigment to make it look like paint.



The second most common ship in ancient Greece was the cargo ship. These ships were used to transport imports and exports. These boats are what made ancient Greece prosperous. It saved a lot of time to transport goods by water rather than by land. The land was too mountainous to travel across easily. These ships used sails instead of oars and rowers. Sailing was more technically difficult than rowing since you had to learn about the wind and how to adjust your sail to meet the wind. These ships traveled at an average speed of 5 knots. In order to sail in contrary winds the cargo ships would sail in a zig zag pattern. This caused the ships to travel twice the distance they would have travelled with a good wind, and so it took twice as long as being able to sail direct. Naturally people tried to sail when the wind was in the right direction!



Cargo ships were also made of wood and averaged about 150 tons around 400 BC. Later, in 240 BC, boats were weighing 350 to 500 tons. Ships began adding sails with the increase in size. Two to three masts were common. Some cargo ships were called trading ships or haulers. These ships had very deep hulls and broad beams, wich helped them sail close to the wind. Haulers were usually around 60 feet long.



Understanding navigation was very important to a sailor's survival. Steering, sails, and anchors all were very important to a ship's safe arrival. The trireme was steered by a pair of heavy, broad-bladed oars. These oars were controlled by one man. The sails depended on the strength of the mast. If the mast wasn't strong then adjustments couldn't be made. The sail was raised and lowered according to the wind. When the wind was light the sail was fully extended. When the wind became gusty and strong the sail would be lowered. In severe wind and storm the sails would be lowered completely for fear that the ship might be blown over. Anchors became very important. It meant survival or total loss while at shore. In early Greek times a plain stone was used to hold the boat in place. This faced the Greeks with two problems: how to get the arm of the anchor to bury itself, and how to get it to stay. The Greeks then made an anchor with two arms which were perpendicular with the sea flow. The arms could 'saw' their way into holding position. These were like the anchors we use today. Anchors were made of wood and lead. The lead made the tip and the top of the anchor. The body was made of wood.